ζεστός
[zesˈtos], ζεστή, ζεστόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
  -   warmζεστός θερμόςζεστός θερμός
-   heißζεστός καυτόςζεστός καυτός
-   behaglichζεστός ατμόσφαιραζεστός ατμόσφαιρα
-   herzlichζεστός εγκάρδιοςζεστός εγκάρδιος
-   warmherzigζεστός άνθρωποςζεστός άνθρωπος
-   lauζεστός νύχταζεστός νύχτα
esempi
 -    Warmwasserουδέτερο | Neutrum, sächlich n
