επιφάνεια
[epiˈfania]θηλυκό | Femininum, weiblich fμεταφορικά | in übertragenem SinnμτφPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Oberflächeθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιφάνεια φαινομενική όψηεπιφάνεια φαινομενική όψη
- Flächeθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιφάνεια γεωμετρία | Geometrieγεωμεπιφάνεια γεωμετρία | Geometrieγεωμ
esempi
- επιφάνεια εργασίαςArbeitsflächeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- επιφάνεια εργασίαςArbeitsplatteθηλυκό | Femininum, weiblich f
- επιφάνεια οδοστρώματοςStraßenbelagαρσενικό | Maskulinum, männlich m
nascondi gli esempimostra più esempi