„επιβράβευση“: θηλυκό επιβράβευση [epiˈvravefsi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Belohnung Belohnungθηλυκό | Femininum, weiblich f επιβράβευση επιβράβευση esempi ως επιβράβευση zur ως επιβράβευση ως επιβράβευση als Belohnung ως επιβράβευση