„επί“: πρόθεση επί [eˈpi]πρόθεση | Präposition, Verhältniswort präp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) mal mal επί μαθηματικά | Mathematikμαθ επί μαθηματικά | Mathematikμαθ esempi επί τόπου vor Ort επί τόπου επί λέξει wörtlich επί λέξει επί του παρόντος vorläufig επί του παρόντος επί τρεις (ε)βδομάδες drei Wochen lang επί τρεις (ε)βδομάδες επί δοκιμή auf Probe επί δοκιμή επί Κατοχής während der Nazibesatzung επί Κατοχής nascondi gli esempimostra più esempi