ενημέρωση
[eniˈmerosi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Informationθηλυκό | Femininum, weiblich fενημέρωση πληροφόρησηενημέρωση πληροφόρηση
- Aktualisierungθηλυκό | Femininum, weiblich fενημέρωση εγκυκλοπαίδειας, λεξικούενημέρωση εγκυκλοπαίδειας, λεξικού