εμφανίσιμος
[emfaˈnisimos], εμφανίσιμη, εμφανίσιμοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- ansehnlich, vorzeigbarεμφανίσιμος όχι άσχημοςεμφανίσιμος όχι άσχημος
- εμφανίσιμος πρόσωπο