εμβατήριο
[emvaˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Marschαρσενικό | Maskulinum, männlich mεμβατήριο μουσKriegsliedουδέτερο | Neutrum, sächlich nεμβατήριο μουσεμβατήριο μουσ