„εκφωνώ“: μεταβατικό ρήμα εκφωνώ [ekfoˈno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) verlesen, aufrufen verlesen εκφωνώ θέματα εκφωνώ θέματα aufrufen εκφωνώ ονόματα εκφωνώ ονόματα