δόνηση
[ˈðonisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Schwingungθηλυκό | Femininum, weiblich fδόνησηVibrationθηλυκό | Femininum, weiblich fδόνησηδόνηση
- Erschütterungθηλυκό | Femininum, weiblich fδόνηση από σεισμόErdstoßαρσενικό | Maskulinum, männlich mδόνηση από σεισμόδόνηση από σεισμό