„δικαιούμαι“: αποθετικό ρήμα δικαιούμαι [ðikjeˈume]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-ούσαι> Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Anspruch haben auf Anspruch haben auf+αιτιατική | +Akkusativ +akk δικαιούμαι δικαιούμαι