δαπάνη
[ðaˈpani]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Ausgabeθηλυκό | Femininum, weiblich fδαπάνη χρηματικήKostenπληθυντικός | Plural plδαπάνη χρηματικήδαπάνη χρηματική
esempi
-
- δαπάνη χρόνουZeitaufwandαρσενικό | Maskulinum, männlich m