γυμνάζομαι
[jiˈmnazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- γυμνάζομαι κάνω αθλητισμό
- trainierenγυμνάζομαι κάνω προπόνησηγυμνάζομαι κάνω προπόνηση
- exerzierenγυμνάζομαι στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατγυμνάζομαι στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ