γραμμένος
[ɣraˈmenos], γραμμένη, γραμμένοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- geschriebenγραμμένοςγραμμένος
- eingeschriebenγραμμένος στο πανεπιστήμιογραμμένος στο πανεπιστήμιο