βήμα
[ˈvima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Schrittαρσενικό | Maskulinum, männlich mβήμα κ. απόστασηTrittαρσενικό | Maskulinum, männlich mβήμα κ. απόστασηβήμα κ. απόσταση
- Gangαρσενικό | Maskulinum, männlich mβήμα περπατησιάGangartθηλυκό | Femininum, weiblich fβήμα περπατησιάβήμα περπατησιά
- Podiumουδέτερο | Neutrum, sächlich nβήμα βάθροβήμα βάθρο