„αυτοπαρηγορούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα αυτοπαρηγορούμαι [aftopariɣoˈrume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) verschmerzen esempi αυτοπαρηγορούμαι για verschmerzen αυτοπαρηγορούμαι για