αρχιστρατηγία
[arçistratiˈjia]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Oberbefehlαρσενικό | Maskulinum, männlich mαρχιστρατηγία στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατOberkommandoουδέτερο | Neutrum, sächlich nαρχιστρατηγία στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστραταρχιστρατηγία στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ