απόδοση
[aˈpoðosi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Rückerstattungθηλυκό | Femininum, weiblich fαπόδοση επιστροφήαπόδοση επιστροφή
- Erwiderungθηλυκό | Femininum, weiblich fαπόδοση χαιρετισμούαπόδοση χαιρετισμού
- Wiedergabeθηλυκό | Femininum, weiblich fαπόδοση λόγων, νοήματοςαπόδοση λόγων, νοήματος
- Abwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich mαπόδοση κέρδουςαπόδοση κέρδους
- Leistungθηλυκό | Femininum, weiblich fαπόδοση μηχανής, εργάτηαπόδοση μηχανής, εργάτη
esempi
- απόδοση επενδύσεων οικονομία | WirtschaftοικονKapitalrenditeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- απόδοση μηχανήςMotorleistungθηλυκό | Femininum, weiblich f