απεσταλμένος
[apestalˈmenos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- (Ab-)Gesandte(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fαπεσταλμένοςαπεσταλμένος
- Korrespondentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fαπεσταλμένος εφημερίδαςαπεσταλμένος εφημερίδας