„αντικατοπτρισμός“: αρσενικό αντικατοπτρισμός [andikatoptrizˈmos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Fata Morgana Fata Morganaθηλυκό | Femininum, weiblich f αντικατοπτρισμός αντικατοπτρισμός