ανάρτηση
[aˈnartisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Federungθηλυκό | Femininum, weiblich fανάρτηση αυτοκίνητο | AutoαυτοκAufhängungθηλυκό | Femininum, weiblich fανάρτηση αυτοκίνητο | Autoαυτοκανάρτηση αυτοκίνητο | Autoαυτοκ