„αμάξι“: ουδέτερο αμάξι [aˈmaksi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Auto, Wagen Autoουδέτερο | Neutrum, sächlich n αμάξι όχημα Wagenαρσενικό | Maskulinum, männlich m αμάξι όχημα αμάξι όχημα esempi αμάξι καμπριολέ Cabrio(let)ουδέτερο | Neutrum, sächlich n αμάξι καμπριολέ