„αεροτομή“: θηλυκό αεροτομή [aerotoˈmi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Spoiler Spoilerαρσενικό | Maskulinum, männlich m αεροτομή αυτοκίνητο | Autoαυτοκ αεροτομή αυτοκίνητο | Autoαυτοκ