ίσος
[ˈisos], ίση, ίσοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- gleichίσος ίδιοςίσος ίδιος
- gerade, geradliningίσος ευθύςίσος ευθύς
- deckungsgleichίσος μαθηματικά | Mathematikμαθίσος μαθηματικά | Mathematikμαθ