έμβλημα
[ˈemvlima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Wappenουδέτερο | Neutrum, sächlich nέμβλημα σύμβολοEmblemουδέτερο | Neutrum, sächlich nέμβλημα σύμβολοέμβλημα σύμβολο
- Wahrzeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nέμβλημα διακριτικόAbzeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nέμβλημα διακριτικόέμβλημα διακριτικό
- Warenzeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nέμβλημα εμπόριο | Handelεμπέμβλημα εμπόριο | Handelεμπ
esempi
- έμβλημα του κόμματοςParteiabzeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich n