„άλλοθι“: ουδέτερο άλλοθι [ˈaloθi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Alibi Alibiουδέτερο | Neutrum, sächlich n άλλοθι άλλοθι esempi αλλοίωσηθηλυκό | Femininum, weiblich f του φωνήεντος Umlautαρσενικό | Maskulinum, männlich m αλλοίωσηθηλυκό | Femininum, weiblich f του φωνήεντος