„φύκια“: πληθυντικός ουδετέρου φύκια [ˈfikjja]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Algen, Seegras, Seetang Algenπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl φύκια Seegrasουδέτερο | Neutrum, sächlich n φύκια Seetangαρσενικό | Maskulinum, männlich m φύκια φύκια