γυμναστής
[jimnasˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Turnerαρσενικό | Maskulinum, männlich mγυμναστήςγυμναστής
- Turnlehrerαρσενικό | Maskulinum, männlich mγυμναστής δάσκαλοςSportlehrerαρσενικό | Maskulinum, männlich mγυμναστής δάσκαλοςγυμναστής δάσκαλος
- Fitnesstrainerαρσενικό | Maskulinum, männlich mγυμναστής σε γυμναστήριογυμναστής σε γυμναστήριο