„φλερτ“: ουδέτερο φλερτ [flert]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Flirt Flirtαρσενικό | Maskulinum, männlich m φλερτ φλερτ esempi φλερτ στις διακοπές Urlaubsflirtαρσενικό | Maskulinum, männlich m φλερτ στις διακοπές