„σκαπάνη“: θηλυκό σκαπάνη [skaˈpani]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Pickel Pickelαρσενικό | Maskulinum, männlich m σκαπάνη σκαπάνη esempi σκαπάνη ορειβασίας Eispickelαρσενικό | Maskulinum, männlich m σκαπάνη ορειβασίας