„σκάφη“: θηλυκό σκάφη [ˈskafi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Trog, Wanne Trogαρσενικό | Maskulinum, männlich m σκάφη σκάφη Wanneθηλυκό | Femininum, weiblich f σκάφη μεγάλη σκάφη μεγάλη