„σάντουιτς“: ουδέτερο σάντουιτς [ˈsanduits]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Sandwich, belegtes Brötchen Sandwichουδέτερο | Neutrum, sächlich n σάντουιτς belegtes Brötchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n σάντουιτς σάντουιτς esempi σάντουιτς με αλλαντικά Wurstbrotουδέτερο | Neutrum, sächlich n σάντουιτς με αλλαντικά σάντουιτς με ζαμπόν Schinkenbrötchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n σάντουιτς με ζαμπόν