πράκτορας
[ˈpraktoras]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Agentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπράκτορας μυστικής υπηρεσίαςπράκτορας μυστικής υπηρεσίας
esempi
- πράκτορας στοιχημάτων ιπποδρόμουBuchmacherαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- πράκτορας μεταφορώνSpeditionsfirmaθηλυκό | Femininum, weiblich fSpeditionsgeschäftουδέτερο | Neutrum, sächlich n