πλαταίνω
[plaˈteno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-υνα>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- verbreiternπλαταίνω κάνω πιο πλατύπλαταίνω κάνω πιο πλατύ
- erweiternπλαταίνω επεκτείνωπλαταίνω επεκτείνω
πλαταίνω
[plaˈteno]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-υνα>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- breiter/weiter werden, sich verbreiternπλαταίνω γίνομαι πιο πλατύςπλαταίνω γίνομαι πιο πλατύς