παρατατικός
[paratatiˈkos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Imperfektουδέτερο | Neutrum, sächlich nπαρατατικόςPräteritumουδέτερο | Neutrum, sächlich nπαρατατικόςπαρατατικός