παραγγελία
[paraŋgjeˈlia]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Bestellungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραγγελία εμπόριο | Handelεμπ κ. στο εστιατόριοAuftragαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαραγγελία εμπόριο | Handelεμπ κ. στο εστιατόριοπαραγγελία εμπόριο | Handelεμπ κ. στο εστιατόριο
- Vorbestellungθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραγγελία εισιτήριοπαραγγελία εισιτήριο
esempi
- παραγγελία εξωτερικούAuslandsauftragαρσενικό | Maskulinum, männlich m