μπουφάν
[buˈfan]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Blousonουδέτερο και αρσενικό | Neutrum und Maskulinum n/mμπουφάνμπουφάν
- Anorakαρσενικό | Maskulinum, männlich mμπουφάν με κουκούλαμπουφάν με κουκούλα
esempi
- μπουφάν αεροπορικού τύπουFliegerjackeθηλυκό | Femininum, weiblich f