μεταχειρίζομαι
[metaçiˈrizome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-στηκα; -σμένος>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- gebrauchenμεταχειρίζομαι χρησιμοποιώμεταχειρίζομαι χρησιμοποιώ
- behandelnμεταχειρίζομαι καλά ή άσχημαμεταχειρίζομαι καλά ή άσχημα
- ausnutzenμεταχειρίζομαι εκμεταλλεύομαιμεταχειρίζομαι εκμεταλλεύομαι