μετατοπίζω
[metatoˈpizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-σα; -στηκα; -σμένος>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- umstellen, verstellenμετατοπίζω αντικείμενομετατοπίζω αντικείμενο
- verrückenμετατοπίζω έπιπλομετατοπίζω έπιπλο
- verlagernμετατοπίζω ενδιαφέρονταμετατοπίζω ενδιαφέροντα
- verschiebenμετατοπίζω ραντεβούμετατοπίζω ραντεβού