„μαχαίρι“: ουδέτερο μαχαίρι [maˈçeri]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Messer Messerουδέτερο | Neutrum, sächlich n μαχαίρι μαχαίρι esempi είμαι στα μαχαίρια miteinander auf (dem) Kriegsfuß stehen είμαι στα μαχαίρια είμαι στα μαχαίρια με κάποιον mit jemandem auf (dem) Kriegsfuß stehen είμαι στα μαχαίρια με κάποιον βρίσκονται εδώ και χρόνια στα μαχαίρια οικείο | umgangssprachlichοικ sie liegen seit Jahren im Clinch βρίσκονται εδώ και χρόνια στα μαχαίρια οικείο | umgangssprachlichοικ βρισκόμαστε στα πρόθυρα χρεωκοπίας – τώρα θα μπει το μαχαίρι στο κόκαλο wir sind fast bankrott – jetzt gehts ans Eingemachte βρισκόμαστε στα πρόθυρα χρεωκοπίας – τώρα θα μπει το μαχαίρι στο κόκαλο μαχαίρι κρέατος Tranchiermesserουδέτερο | Neutrum, sächlich n μαχαίρι κρέατος μαχαίρι τυριού Käsemesserουδέτερο | Neutrum, sächlich n μαχαίρι τυριού μαχαίρι ψωμιού Brotmesserουδέτερο | Neutrum, sächlich n μαχαίρι ψωμιού nascondi gli esempimostra più esempi