„μάγος“: αρσενικό μάγος [ˈmaɣos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Magier, Zauberer Magierαρσενικό | Maskulinum, männlich m μάγος Zaubererαρσενικό | Maskulinum, männlich m μάγος μάγος esempi οι τρεις Μάγοι die Heiligen Drei Königeπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl οι τρεις Μάγοι