Traduzione Greco-Tedesco per "λοίμωξη"
"λοίμωξη" traduzione Tedesco
νοσοκομειακή λοίμωξηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Krankenhausinfektionθηλυκό | Femininum, weiblich f
νοσοκομειακή λοίμωξηθηλυκό | Femininum, weiblich f
εντερική λοίμωξηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Darmgrippeθηλυκό | Femininum, weiblich f
εντερική λοίμωξηθηλυκό | Femininum, weiblich f