κανάλι
[kaˈnali]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Kanalαρσενικό | Maskulinum, männlich mκανάλι τηλεόραση | Fernsehenτηλκανάλι τηλεόραση | Fernsehenτηλ
esempi
- κανάλι του ΚιέλουNord-Ostsee-Kanalαρσενικό | Maskulinum, männlich m