ερωτηματικό
[erotimatiˈko]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Fragezeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nερωτηματικόερωτηματικό
esempi
- ελληνικό ερωτηματικόgriechisches Fragezeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich ngriechischer Strichpunktαρσενικό | Maskulinum, männlich m