επιφώνημα
[epiˈfonima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Ausrufαρσενικό | Maskulinum, männlich mεπιφώνημαεπιφώνημα
- Interjektionθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιφώνημα γραμματική | Grammatikγραμμεπιφώνημα γραμματική | Grammatikγραμμ