εκκίνηση
[eˈkjinisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Aufbruchαρσενικό | Maskulinum, männlich mεκκίνηση για ταξίδιεκκίνηση για ταξίδι
- Startαρσενικό | Maskulinum, männlich mεκκίνηση αρχή αθλητισμός | Sportαθλεκκίνηση αρχή αθλητισμός | Sportαθλ
- Initialisierungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκκίνηση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υεκκίνηση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
- Inbetriebnahmeθηλυκό | Femininum, weiblich fεκκίνηση εξοπλισμούεκκίνηση εξοπλισμού