„εκδικούμαι“: αποθετικό ρήμα εκδικούμαι [ekðiˈkume]αποθετικό ρήμα | Deponens dep Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) sich rächen, Rache nehmen sich rächen (κάποιον για κάτι an jemandem für etwas) εκδικούμαι Rache nehmen εκδικούμαι εκδικούμαι