„εκδηλώνομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα εκδηλώνομαι [ekðiˈlonome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) sich äußern, sich zeigen sich äußern εκδηλώνομαι κ. ασθένεια εκδηλώνομαι κ. ασθένεια sich zeigen εκδηλώνομαι φανερώνομαι εκδηλώνομαι φανερώνομαι