διαμονή
[ðiamoˈni]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Aufenthaltαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιαμονή προσωρινήδιαμονή προσωρινή
- Wohnsitzαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιαμονή κατοικίαδιαμονή κατοικία
esempi
- διαμονή σε κέντρο θεραπείαςKuraufenthaltαρσενικό | Maskulinum, männlich m