„διαβουλεύομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα διαβουλεύομαι [ðiavuˈlevome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) sich über etwas... esempi διαβουλεύομαι για κάτι sich über etwas+αιτιατική | +Akkusativ +akk beratschlagen διαβουλεύομαι για κάτι