Traduzione Greco-Tedesco per "δάνειο"
"δάνειο" traduzione Tedesco
δημόσιο δάνειοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Staatsanleiheθηλυκό | Femininum, weiblich f
δημόσιο δάνειοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φοιτητικό δάνειοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Studentendarlehenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Studienkreditαρσενικό | Maskulinum, männlich m
φοιτητικό δάνειοουδέτερο | Neutrum, sächlich n